- νεωτεροποιία
- νεωτεροποι-ία, ἡ,A revolutionary spirit, Th.1.102; revolution, Nic.Dam.130.20 J., J.AJ14.15.6, al.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
νεωτεροποιία — νεωτεροποιίᾱ , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem nom/voc/acc dual νεωτεροποιίᾱ , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νεωτεροποιία — νεωτεροποιΐα, ἡ (ΑΜ) [νεωτεροποιός] μσν. στάση, κίνημα, επαναστατική κίνηση αρχ. το νεωτεριστικό πνεύμα («δείσαντες τῶν Άθηναίων τὸ τολμηρὸν καὶ τὴν νεωτεροποιΐαν», Θουκ.) … Dictionary of Greek
νεωτεροποιίᾳ — νεωτεροποιίαι , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem nom/voc pl νεωτεροποιίᾱͅ , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νεωτεροποιίας — νεωτεροποιίᾱς , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem acc pl νεωτεροποιίᾱς , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νεωτεροποιίαι — νεωτεροποιία revolutionary spirit fem nom/voc pl νεωτεροποιίᾱͅ , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νεωτεροποιίαν — νεωτεροποιίᾱν , νεωτεροποιία revolutionary spirit fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νεωτεροποιίαις — νεωτεροποιία revolutionary spirit fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)